ΣΥΝΙΣΑΝ

σύνισαν σύνῐσαν I эп. (= συνῄεσαν) 3 л. pl. impf. к σύνειμι См. συνειμι II II эп. (= συνῄδεσαν) 3 л. pl. ppf. к σύνοιδα См. συνοιδα

Смотреть больше слов в «Древнегреческо-русском словаре (Дворецкого)»

ΣΥΝΙΣΑΣΙ →← ΣΥΝΙΠΠΕΥΣ

T: 92